- ατομισμός
- ο1. η συνείδηση που υπάρχει στον κάθε άνθρωπο για την αυτοτελή του ύπαρξη, υπόσταση: Καθένας έχει τον ατομισμό του.2. η θεωρία σύμφωνα με την οποία ο κόσμος αποτελέστηκε με τον αυτόματο συνδυασμό ατόμων (ατομική θεωρία): Ο Λεύκιππος και ο Δημόκριτος ήταν οι πρώτοι δάσκαλοι του ατομισμού.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.